FERIA E VACANZA
feria Περίοδος ξεκούρασης, διακοπών, είτε είναι αργία, είτε όχι. Χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά στον πληθυντικό (ferie) Combinazioni lessicali ferie estive καλοκαιρινές διακοπές ferie invernali χειμωνιάτικες διακοπές ferie natalizie διακοπές Χριστουγέννων ferie pasquali Πασχαλινές διακοπές ferie del Parlamento διακοπές της Βουλής (numero) + giorni di ferie (αριθμός) + ημέρες διακοπών/άδειας avere le ferie είμαι σε άδεια και […]